Τρίτη 8 Ιουλίου 2008

Οι παπιοπεριπέτειες του Μισέλ…


Ανάλαφρη θαλασσοπενία


Αυτό το καλοκαίρι…ένα κάτι σαν τούβλο εποχικό…
9 μήνες έκανε να ζεσταθεί αλλά το άτιμο την κρατάει τη θερμοκρασία του ακατέβατη για 3 ολόκληρους μήνες…
Και αυτές οι τρύπες ανάμεσα του;
Μας κάνουν αέρα και μας δροσίζουν τ’ αχαμνά …διαλείμματα όπως οι τρύπες στο πεισματάρικο και «κελσίο-ακατέβατο» συμπαγές τούβλο.

Και φέτος τούτα τα διαλείμματα προβλέπονται να είναι όπως το πρώτο διάλειμμα του γυμνασίου…εκείνο το 5λεπτο για όποιους το θυμόμαστε.
Ανασύρω από τη μνήμη μου κάτι συμμαθητές μου άφραγκους, που δεν έβγαιναν στα μεγάλα διαλείμματα γιατί δεν είχαν δραχμή στην τσέπη τους για μία λαδωμένη τυρόπιτα ή ένα χοτ-ντογκ παραγεμισμένο με κρύες τηγανητές πατάτες (ποτέ δεν μπόρεσα να το εξηγήσω αυτό το φαινόμενο της κρύας πατάτας).
Στα μικρά διαλείμματα ήμασταν όλοι έξω, εκεί όπου δεν ξεχώριζε ο φραγκάτος από τον απένταρο, ίσως γιατί δεν προλάβαινε…

Το ίδιο τώρα με τη ζέστη…κουραστική και εξουθενωτική σαν το σχολείο…και όταν έρχεται το διάλειμμα…ζωής χαρά σαν τις καλοκαιρινές διακοπές, κάτι, …και εκείνο το κυλικείο…παραθαλάσσιο θέρετρο για τους έχοντες και κατέχοντες...χωρίς να αποκλείει και την αγορά μίας τσίχλας…μίας βουτιάς στα πεταχτά και σπίτι.
Με τη βενζίνη στα ύψη, καβαλάμε τ’ όχημα, που πέρασε και το σέρβις του κάτι χιλιόμετρα αλλά ας όψεται η ιαπωνική μηχανή που δεν παθαίνει τίποτες και τολμάμε να ξανοιχτούμε στην πιο κοντινή παραλία…ίσως να μην έχει το πιο καθαρό νερό αλλά σάμπως θα το πιούμε;
Τα παγουρίνο παραμάσχαλα, όχι γιατί δεν έχουμε λεφτά αλλά επειδή δεν ανεχόμαστε τα ληστρικά θαλασσομάγαζα…και το παντοφλάκι, προπέρσινο, σαγιοναράτο αλλά διαχρονικό…
Στα μουλωχτά, πιάνουμε μία ξαπλώστρα και μόλις περάσει ο ελεγκτής ρίχνουμε ένα βαθύ χασμουρητό και παίρνουμε μία βαριεστημένη ξινή φάτσα λες και ήμασταν εκεί από χθες. Και αν πιάσει…έπιασε…
Αφού απλώσουμε το κορμάκι μας στην κούτρα-ξαπλώστρα, πασαλειβόμαστε με ορυκτέλαιο που έχει δείκτη προστασίας μηδέν (ο) και μόλις μας πιάσει ο ιδρώτας πάμε πίσω από κανένα τσαλί, ρίχνουμε το φακελάκι του καφέ στο εμφιαλωμένο ζαγόρι και το ταρακουνάμε μέχρι να κάνει αφρό. Αφού βγάλουμε το γυάλινο ποτήρι από το τσαντάκι του σπορτ-μπίλλυ, αδειάζουμε το περιεχόμενο και γυρίζουμε με τον αέρα του ευκατάστατου Έλληνα πέρα δώθε στην παραλία και ρουφάμε, με επιδεικτική μανία, τον φρέντο καπουτσίνο μας
… με αυτόν τον καφέ μεγαλώσαμε στα χωριά μας…τιμή και δόξα στην κατσίκα που το έβγαζε μέτριο προς το γλυκό απ’ τα μαστάρια της!

Μόλις κάνουμε και το μάτι μας και χορτάσουμε κριτική για τους άλλους και οι άλλοι για μας, ρίχνουμε μία βουτιά με άγχος, αφού όλα τα μάτια είναι στραμμένα πάνω μας και γυρίζουμε πίσω πριν πέσει ο ήλιος μαυρισμένοι να διηγηθούμε στους φίλους μας τις θαλασσινές περιπέτειες μας!

Μπορεί να σατιρίζω και λίγο (?) τα πράγματα αλλά ,φέτος, ένας στους δύο Έλληνες δεν θα πάει διακοπές…όχι γιατί δεν έχει λεφτά…αλλά γιατί βαρέθηκε κάθε χρόνο τα ίδια!!!