Παρασκευή 21 Αυγούστου 2009

Η αθανασία της απλότητας

200708231624479Η φλογέρα αφήνει τη σκιά της ανάμεσα στα κλαδιά τούτου του θεόρατου πλάτανου.

Ο αγέρας φυσά μουσική και τα φύλλα θροΐζουν φτιάχνοντας καλλίγραμμες φιγούρες στο άγγιγμά του. Κάθε φορά και από μια διαφορετική• μην πλήξει ο δόλιος και πάψει να τα διασκεδάζει τα κρύα βράδια του χειμώνα.
Η πέτρινη βρύση του βουνού στάζει γλυκό αθάνατο νερό μέσα από τη δροσερή ψυχή της και ποτίζει με μανία τον τεράστιο κορμό του όμορφου δέντρου.
Οι ελικοειδείς ρίζες βουλιάζουν βαθιά στο σταχτί σκούρο χώμα σφιχταγκαλιάζοντας τη μάνα γη ως σαν έφηβες κόρες που ποθούν μητρική στοργή.

Ο πλάτανος δεν παύει να παίρνει μπόι και κουράζει ολοένα και περισσότερο τα γέρικα σκουλήκια καθώς σέρνουν πάνω στο τραχύ του σώμα να πλησιάσουν την κορφή. Δεν αποζητούν παρά έναν ένδοξο θάνατο στο ράμφος του κότσυφα.
Η θρεμμένη σκιά του δέντρου κρύβει τον δυνατό ήλιο από τα ευαίσθητα ανοιχτά μάτια του δεξιοτέχνη σκίουρου, που δεν τυφλώνεται πια την ώρα που γαντζώνεται στο κλαδί, ύστερα από ένα γιγάντιο σάλτο.

Ο μέρμηγκας λέει στον πλάτανο πότε θα ‘ρθει η βροχή. Κάποτε κουβαλούσε ένα τσόφλι καρυδιού στην πλάτη. Το άτιμο γλίστρησε σε μια πλαγιά ενός χαλικιού και του ‘σπασε δυο δεξιά γόνατα. Από τότε νιώθει κείνο το τσουχτερό τράβηγμα στα πόδια τα σπασμένα καθώς η βροχή τον πλησιάζει. Τ’ αφιλότιμα τα κόκαλα δεν κόλλησαν καλά• η υγρασία δεν το ξεχνά και κάθε φορά τα γλύφει με πόνο.
Η γριά αλεπού ακούει εύκολα τις βρόχινες προειδοποιητικές κραυγές του μέρμηγκα. Τα χρόνια δεν της έριξαν την ακοή και έτσι, μαζεύεται σβέλτα πίσω και χώνεται στη μεγάλη σπιτική κουφάλα του φιλεύσπλαχνου πλατάνου. Ποτέ δεν λησμονά τη φιλοξενία του και για να τον ευχαριστήσει του μεταφέρει κάθε κουτσομπολιό από μέρη όπου τα μάτια του δε φτάνουν να δουν. Ξέρει ότι ο πλάτανος γουργουρίζει από ηδονή ακούγοντάς την• και ας ειν’ και παραμύθια. Κείνος τα δέχεται. Έχει μια «λαπουδιάρικη» έπαρση η περιγραφή της που τον σαγηνεύει. Εν αντιθέσει με κείνα τα δακρύβρεχτα «υγρόλογα» του μαύρου σύγνεφου που στέκει πεισματικά πάνω απ’ το κεφάλι του• κείνα τα ‘χει για ξέπλυμα.

Οι άνθρωποι τον θαύμασαν τούτο τον πλάτανο. Χάθηκαν πολλές γενιές περιμένοντας να ξεραθεί. Σαν το κατάλαβαν πως θα ‘χει ζωή πιο πολύ κι απ’ τα παιδιά τους, του κάρφωσαν ένα ξένο σανίδι πάνω στον κορμό• θα’ χει, δε θα ‘χει 2 μέτρα πάνω απ’ τη γη. 1210, γράφει πάνω, χαραγμένο…εκεί στο Πήλιο, στην Πορταριά.
Ήταν η μόνη φορά που πόνεσε ο πλάτανος. Πότε άλλοτε.
Άλλωστε, έμαθε και στέκει αγέρωχα, αντάμα και χώρια απ’ τον κοπιασμένο χάρο.
Ξέρει πως δεν έχει τίποτα να του πάρει από τ’ απλά!!!


Υ.γ.: Αφιερωμένο στον Βασίλη, στον Γιάννη, στη Χριστίνα…και στα παιδιά

Δευτέρα 17 Αυγούστου 2009

Ο οίκτος της λύκαινας


O κυρ Μένιος έβγαλε την αλυσίδα από το λαιμό της θλιμμένης λύκαινας.
Ποτέ της δε τη συνήθισε. Όλη μέρα κινείτο πέρα δώθε μέχρι εκεί που πρόσταζε το μήκος της αλυσίδας αλλά πάντα πίστευε πως υπάρχει το λίγο παραπέρα. Και καθώς έκανε εκείνο το βήμα το παραπάνω, το διαβολεμένο τράνταγμα των πειθαρχημένων σιδερένιων κρίκων τη γύριζε πιστά στη θέση της. Στην αρχή τής «έφαγε» τις τρίχες. Έπειτα της έκανε πληγές. Μα εκείνη δε σταμάτησε ποτέ της να τραβά με μανία την αλυσίδα. Ίσως, την εμπόδιζε η συνήθεια να σταματήσει. Ώσπου έφτιαξε ένα ανεπούλωτο σημάδι στο σβέρκο της… να της θυμίζει παντοτινά πόσο πολύτιμη είναι η ελευθερία.

likakiΟ κυρ Μένιος ήταν κυνηγός. Χτισμένο από ξύλα είχε φτιάξει το καλυβάκι του και αποφάσισε να περάσει τη ζωή του στο βουνό. Είχε σκοτώσει σχεδόν όλα τα ζώα. Δεν του ‘λειπε τίποτα από τη συλλογή του και μια περίεργη μονοτονία άρχισε να τον καταβάλλει. Ώσπου, ένα χειμωνιάτικο πρωινό, 12 χρόνια πριν, καθώς περπατούσε βαριεστημένα, σ’ ένα μονοπάτι του βουνού συνάντησε τη λύκαινα μωρό και μόνη, κουλουριασμένη σ’ ένα χωμάτινο λαγούμι.

Ο κυρ Μένιος γνώριζε καλά αυτά τα ζώα. Δεν εκπαιδεύονται, δεν υποτάσσονται, δε διαφεντεύονται. Του το εξιστόρησαν όσοι μεγάλοι κυνηγοί θαύμαζε. Μα ποτέ του δεν πείστηκε γι’ αυτό. Ήταν βέβαιος πως αν ασχολείτο ο ίδιος θα κατάφερνε να εκπαιδεύσει το ελεύθερο κείνο ζώο. Γονάτισε, την πήρε στην αγκαλιά του και την έχωσε στη μεγάλη αριστερή τσέπη που είχε το μαύρο πανωφόρι του. Την πήρε σπίτι του από ένα καπρίτσιο.
wolf-meatΟ κυρ Μένιος ήξερε πως το ατίθασο ζώο θα δήλωνε υποταγή μόνο αν έπαιρνε ένα κομμάτι κρέας από το χέρι του δίχως να του το δαγκώσει. Προσπάθησε πολλές φορές αλλά το μόνο που κατάφερε ήταν να γεμίσει τα χέρια του πληγές. Δε μπορούσε να αποδεχθεί ότι το ζώο που ζει επειδή ο ίδιος αποφάσισε να ζήσει δεν έδειξε διόλου τον απαραίτητο σεβασμό για τον ευεργέτη του! Οπότε, δώδεκα χρόνια μετά, αποφάσισε ν’ ανταλλάξει την ελευθερία της με μία τελευταία του προσπάθεια. Αφού έλυσε τη λύκαινα, έσκυψε μπροστά της και της είπε: -σου χαρίζω τη ζωή σου! Απλά, φάε το τελευταίο κομμάτι κρέας από το χέρι μου…δίχως να γευτείς το αίμα μου, άτιμο πλάσμα.
Ο κυρ Μένιος έβγαλε τα πέτσινα γάντια του. Έσκυψε μπροστά στο άγριο ζώο κρατώντας ένα κομμάτι ωμό ελαφίσιο κρέας. Η λύκαινα κοντοστάθηκε άφοβα μπροστά του. Τα μάτια της έσταζαν οίκτο για κείνον. Γνώριζε ότι εξαιτίας του δεν έτρεξε ποτέ σε πράσινα λιβάδια, δεν Wolfείδε το φεγγάρι ολόγιομο καθώς την εμπόδιζαν πάντα μια σειρά σιδερένιες βέργες, δεν άκουσε τον αντίλαλο της φωνής της στην άγρια ράχη ενός βουνού, δεν ένιωσε μάνα, δεν έβρεξε το ρύγχος της στα κρύα νερά του ποταμού αν και απείχε μόλις εκατό μέτρα από το κλουβί της.
Μα, παρόλα αυτά, ο οίκτος δεν έλεγε να φύγει από το βλέμμα της.
Πλησίασε με θάρρος το χέρι του. Ο ιδρώτας του κυρ Μένιου μύριζε έντονα στα ρουθούνια της και η αγωνία του να πετύχει έπαλε ακανόνιστα το απλωμένο του χέρι. Άκουσε ένα δυνατό γέλιο καθώς έβαλε στο στόμα της το κρέας, γλείφοντάς του στοργικά το χέρι.
potami-Τώρα μπορείς να φύγεις, της είπε με σταθερή φωνή.
Εκείνη στράφηκε προς το κλουβί. Βρέθηκε δίπλα του με δυο δρασκελιές.
Έσκυψε το κεφάλι της και άφησε το κρέας που είχε στο στόμα της δίπλα στην αλυσίδα. Δε γύρισε να κοιτάξει τον κυρ Μένιο. Δεν αισθάνθηκε νικήτρια…απλά, ελεύθερη.
Έτρεξε στην όχθη του ποταμού και βούτηξε το ρύγχος της στα κρύα νερά για λίγα λεπτά της ώρας. Τα δάκρυά της δεν ανέβασαν ούτε τόσο δα τη στάθμη του νερού.
Ξάφνου, κοίταξε ψηλά, διάλεξε βουνό…χάθηκε…

Το κλείσιμο των blogs και ο ρόλος της παντοκρατόρισσας Google

AddThis Social Bookmark Button
parastatidisΤου Στ. Παραστατίδη -
Όπως όλοι γνωρίζουμε, η παντοκρατόρισσα του διαδικτύου Google έχει δώσει τη δυνατότητα και το χώρο (hosting) σε όλους τους διαδικτυακούς χρήστες να δημιουργούν δωρεάν το προσωπικό τους blog και να εκφράζουν ελεύθερα την άποψή τους.
Το ζητούμενο είναι πώς όποιος αποφασίσει να καταχωρηθεί στο blogspot (δηλ. Google), οφείλει να γνωρίζει πως οι κανόνες του παιχνιδιού θέτονται από τον οικοδεσπότη και όχι από τον φιλοξενούμενο! Αυτό σημαίνει, πως ανά πάσα στιγμή, η εταιρία μπορεί να ανεβοκατεβάζει sites, είτε γιατί δεν τηρούν το πλαίσιο που η ίδια έχει θέσει είτε αλλάζοντας η ίδια το θεσμικό πλαίσιο, καθότι “έχει το μαχαίρι έχει και το πεπόνι”.

Πάντως, η Google, οφείλει να γνωρίζει σε κάθε χρήστη στον οποίο παρέχει τις υπηρεσίες της και του οποίου το site έχει η ίδια κλείσει, τους ακριβείς λόγους που το έχει κάνει και τα στοιχεία του καταγγέλλοντα, εάν και εφόσον αυτός υπάρχει. Ειδάλλως, οι παρεμβάσεις της κινδυνεύουν να χαρακτηριστούν φασιστικές από τον κάθε blogger, κάτι που θα αποτελέσει τεράστια δυσφήμιση για την ίδια την εταιρία και παράλληλα, θα δημιουργήσει αποστροφή στον κάθε διαδικτυακό χρήστη!

Στον αντίποδα των όσων λέμε, η Google υπερασπίζεται ότι η ίδια βάζει τους κανόνες του παιχνιδιού καθώς οφείλει να προστατέψει την αξιοπιστία της από κάποιους bloggers, οι οποίοι κάτω από τον μανδύα της ανωνυμίας και της δικής της προστασίας, συκοφαντούν πρόσωπα, κόμματα, επιχειρήσεις, καταστάσεις.
Εν προκειμένω, o ενδεδειγμένος τρόπος να μη γίνουν οι bloggers όμηροι της οποιαδήποτε εταιρίας αλλά αληθινοί εκφραστές των απόψεών τους είναι η ενοικίαση ατομικού χώρου φιλοξενίας (το ετήσιο κόστος είναι πραγματικά ελάχιστο), κάτι που τους δίνει το δικαίωμα να εκφράζονται κατά πώς θέλουν, συντασσόμενοι έτσι, με το ιδεολογικό προφίλ του blogging.

Εν κατακλείδι, κάθε blogger, ανώνυμος ή επώνυμος, έχει τη δυνατότητα της επιλογής. Ή θα συμβιβαστεί με τους “flexible” κανόνες της κάθε εταιρίας που θα τον φιλοξενεί ή θα πάρει το καπελάκι του και θα διαπραγματευτεί ένα χώρο φιλοξενίας με κάποια πολυεθνική ή μη εταιρία, με σαφή προϋπόθεση ότι δε θα ελέγχεται για το περιεχόμενο του λόγου που χρησιμοποιεί.